Η παγκόσμια μάστιγα των fake news


Πολύς λόγος γίνεται το τελευταίο διάστημα για τα λεγόμενα fake news ή αλλιώς ψευδείς ειδήσεις ή τρολ ή hoaxes, με κυριότερη αφορμή την καταγγελία της Hillary Clinton, η οποία λίγο πολύ δήλωσε πως έχασε τις εκλογές εξαιτίας της διασποράς ψευδών ειδήσεων από την πλευρά του επιτελείου του Donald Trump. Το σημαντικό σ’ αυτή την εκτίμηση είναι πως η παρ’ ολίγον πλανητάρχισσα θεωρεί πως τέτοιου είδους ειδήσεις μπορούν να “ανεβάσουν” ή να “ρίξουν” κυβερνήσεις.
Η H. Clinton τόνισε στην ομιλία της στο Καπιτώλιο πως η “επιδημία των fake news μπορεί να έχει συνέπειες στον πραγματικό κόσμο” και πως είναι χρέος του πολιτικού κόσμου να βάλει τέλος στην εξάπλωσή τους.
Ήταν ο Γαλιλαίος ψεύτης;
Επί της ουσίας, οι ψευδείς ειδήσεις υπήρχαν από πάντα. Όταν ο Γαλιλαίος είπε τον 17ο αιώνα πως η Γη γυρίζει, τον κατηγόρησαν για διασπορά ψευδών ειδήσεων επειδή η άποψή του δεν ταίριαζε με αυτή του Πάπα περί της θεϊκής παντοδυναμίας. Ο Γαλιλαίος όμως είχε δίκιο και αυτό αποδείχτηκε αργότερα. Σημασία όμως έχει το γεγονός ότι στόχος του φιλοσόφου ήταν να προχωρήσει σε μια επιστημονική ανακάλυψη και όχι με δόλο να επηρεάσει το κοινωνικό γίγνεσθαι.
Πώς θα μπορούσε να φανταστεί ο Γαλιλαίος ότι όσα περισσότερα κλικ κάνεις σε ένα σάιτ, τόσα περισσότερα κέρδη μπορείς να έχεις. Το λεγόμενο clickbait – οι ειδήσεις-δόλωμα για κλικ – αποτελεί κίνητρο για ν’ αποφασίσει να γράψει και να διαδώσει κάποιος μια ψεύτικη είδηση, ακριβώς επειδή είναι κάτι που θα του αποφέρει χρήματα. Έτσι, επιλέγει ένα θέμα το οποίο θα προσελκύσει το ενδιαφέρον του αναγνώστη και αρχίζει να το διαδίδει στο διαδίκτυο.
Ένας δεύτερος λόγος διασποράς ψευδών ειδήσεων είναι η αναπαραγωγή μιας πληροφορίας χωρίς την εξακρίβωσή της. Αυτό αφορά περισσότερο τα μέσα ενημέρωσης, αλλά και τους χρήστες ενός κοινωνικού δικτύου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το δημοσίευμα της Washington Post, το οποίο αναδημοσιεύτηκε και στην Ελλάδα:
“Ρώσοι χάκερ εισέβαλαν στο δίκτυο ηλεκτροδότησης των ΗΠΑ”. Το άρθρο βασιζόταν σε πηγές προσκείμενες στην αμερικανική κυβέρνηση και έκανε λόγο για “χάκερ που κατάφεραν να παρεισφρήσουν σε μια εταιρεία διανομής ηλεκτρικής ενέργειας στο Βερμόντ, εξαπολύοντας μια κυβερνοεπίθεση που δεν είχε συνέπειες για τη λειτουργία της εταιρείας, αλλά αποκάλυψε ότι το σύστημα είναι τρωτό”.
H Washington Post εμπλούτιζε το αποκλειστικό της άρθρο, ενώ παράλληλα ειδικοί και άλλα μέσα ενημέρωσης άρχισαν να αμφισβητούν την εγκυρότητα του δημοσιεύματος. Μιάμιση ώρα αργότερα, η εταιρεία ηλεκτροδότησης ανακοίνωσε πως εντόπισε “κακόβουλο λογισμικό που προήλθε από ένα λάπτοπ σε ένα τμήμα και αμέσως απομονώθηκε”. Δηλαδή από τους ρώσους χάκερ που θα βύθιζαν τις ΗΠΑ στο σκοτάδι με ένα κλικ, η πραγματική είδηση μεταφέρθηκε σε ένα λάπτοπ που δεν ήταν συνδεδεμένο με το δίκτυο της εταιρείας και είχε κακόβουλο λογισμικό.
Το άρθρο της εφημερίδας αναδημοσιεύτηκε πολλές φορές, γεγονός που δείχνει πόσο εύκολα μια είδηση αναπαράγεται. Αξίζει να σημειωθεί πως σύμφωνα με έρευνα 6 στους 10 χρήστες του ίντερνετ αναδημοσιεύουν μια είδηση διαβάζοντας μόνο τον τίτλο και όχι το περιεχόμενο.
Άλλο παράδειγμα είναι η εξής ψεύτικη είδηση: “Ο γνωστός ηθοποιός Denzel Washington στηρίζει Donald Trump”. Αφότου διέψευσε το δημοσίευμα ο γνωστός ηθοποιός δήλωσε ότι “αν δε διαβάζεις εφημερίδες είσαι απληροφόρητος, αν πάλι τις διαβάζεις είσαι κακοπληροφορημένος”. Όπως τόνισε, “στο βωμό του αποκλειστικού, δε μετράει πια η αλήθεια. Μόνο ποιος θα βγάλει την είδηση πρώτος
Η εποχή “πέρα από την αλήθεια”
H απόφαση του οίκου Oxford Dictionaries να χρίσει λέξη της χρονιάς το “post truth”, δηλαδή έναν νεολογισμό που μεταφράζεται ως “μετά αλήθεια” ή “πέρα από την αλήθεια”, και να περιγράψει το μεταμοντέρνο φαινόμενο της γκρίζας ζώνης ανάμεσα στην αλήθεια και το ψέμα, είναι ενδεικτική της νέας πραγματικότητας.
Το λεξικό ορίζει την μετα-αλήθεια ως το επίθετο που σχετίζεται με τις συνθήκες που κάνουν επίκληση στο συναίσθημα και παίζουν σημαντικότερο ρόλο στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης από τα αντικειμενικά γεγονότα.
Όπως αναφέρει ο Θεόδωρος Γεωργίου, καθηγητής Πολιτικής Φιλοσοφίας, στην Εφημερίδα των Συντακτών, η μετά αλήθεια “είναι μια εντελώς ευκαιριακή εκδήλωση του πνεύματος του νεοφιλελευθερισμού” που περιλαμβάνει μερικά βασικά επιστημολογικά περιεχόμενα. Το πρώτο είναι ότι οι εισηγητές του όρου δεν γνωρίζουν τίποτε από τις σχετικές φιλοσοφικές συζητήσεις περί αλήθειας και το δεύτερο ότι πρόκειται για κατασκεύασμα της “πνευματικής βιομηχανίας” την οποία επιστρατεύει ο νεοφιλελευθερισμός όταν δεν μπορεί να ερμηνεύσει την ίδια την πραγματικότητα και επιθυμεί να την “καταργήσει”.
Τα fake news, η μετα-αλήθεια είναι λέξεις που περιγράφουν φαινόμενα και συγκεκριμένα μια μετάβαση που λαμβάνει χώρα στην εποχή μας και αφορά τη μαζική ψηφιακή κουλτούρα. Για πρώτη φορά ζούμε σε μια εποχή που η πλειοψηφία των ανθρώπων έχει πρόσβαση σε τόσα πολλά δεδομένα (εικόνες, βίντεο, εγκυκλοπαίδειες) μέσω του ίντερνετ. Μάλιστα, πέρυσι για πρώτη φορά ξεπέρασαν οι συνδέσεις στο ίντερνετ από κινητό τις συνδέσεις από σταθερά pc. Τα smartphone έχουν αλλάξει ριζικά όχι μόνο τον τρόπο επικοινωνίας των ανθρώπων αλλά και τον τρόπο πληροφόρησής τους.
Η δημοκρατία περνάει μέσα από την πληροφορία και ακόμα καλύτερα μέσα από τη διαχείρισή της. Σε ελάχιστες χώρες υπάρχει στοιχειώδης εκπαίδευση για τη χρήση τεχνολογικών μέσων, με αποτέλεσμα να έχουμε γεμίσει αυτοκίνητα τα οποία κανείς δεν ξέρει να οδηγεί, γεγονός που θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια της πλειοψηφίας.
Είναι εντυπωσιακό το γεγονός ότι το 80% των μαθητών και φοιτητών που συμμετείχαν σε έρευνα του πανεπιστημίου Stanford σχετικά με την αξιολόγηση της πληροφορίας δεν κατάφεραν να ξεχωρίσουν ένα πραγματικό άρθρο από ένα ψεύτικο, ούτε ένα δημοσιογραφικό άρθρο από ένα διαφημιστικό. Επίσης, ενδιαφέρον έχει το γεγονός ότι κριτήριο εγκυρότητας για τους νέους αποτελεί το μέγεθος της φωτογραφίας σε ένα άρθρο και όχι… η απουσία της πηγής του.
Ο διευθύνων σύμβουλος των New York Times, Mark Thompson, ανέφερε σε μια ομιλία του πως “το βαθύτερο ζήτημα που προκαλεί όλη αυτή την παράνοια είναι η εκ των υστέρων συνειδητοποίηση των μέσων ενημέρωσης ότι δεν κατέχουν πια την αποκλειστική αρμοδιότητα του να διαμορφώνουν και να κατευθύνουν την ειδησεογραφία”.
Δίνοντας την μάχη κατά των fake news
Η απάντηση των τεχνολογικών γιγάντων όπως το Facebook και η Google είναι η δημιουργία προγραμμάτων που θα μπορούν να “διαβάζουν” τις ψεύτικες ειδήσεις χρησιμοποιώντας αυτοματοποιημένες μεθόδους. Το Facebook είχε δεχθεί τις περισσότερες επικρίσεις για τα fake news που διαδίδονται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, κάτι που οφείλεται στον τρόπο λειτουργίας του: Στη ροή του κάθε χρήστη δίνεται προτεραιότητα σε νέο περιεχόμενο που έχει προηγουμένως προκαλέσει το ενδιαφέρον άλλων χρηστών, με αποτέλεσμα να διαδίδεται με ταχύτερο ρυθμό.
Παράλληλα, υπάρχουν αρκετά σάιτ τα οποία βοηθούν το χρήστη να αναγνωρίζει τα fake news, καθώς η ταχύτητα με την οποία καταφέρνουν να γίνουν viral είναι σχεδόν τρομακτική.
Τέλος, υπάρχει πάντα και η θεωρία του Karl Popper που μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως οδηγός και αναφέρει τα εξής:
Είναι εύκολο να βγουν επιβεβαιώσεις, ή επαληθεύσεις, για σχεδόν κάθε θεωρία — αν ψάχνουμε για επιβεβαιώσεις.
Κάθε γνήσιος έλεγχος μιας θεωρίας είναι μια προσπάθεια να τη διαψεύσουμε ή να την αντικρούσουμε. Οι θεωρίες που παίρνουν μεγαλύτερα “ρίσκα” είναι πιο επιδεκτικές στον έλεγχο, πιο πολύ εκτεθειμένες στη διάψευση.
Τα τεκμήρια επιβεβαίωσης μιας θεωρίας είναι αξιόλογα μόνο όταν έχουν προκύψει από έναν γνήσιο έλεγχο της θεωρίας. “Γνήσιος” σε αυτή την περίπτωση σημαίνει ότι είναι αποτέλεσμα μιας σοβαρής μεν, αποτυχημένης δε, προσπάθειας να διαψευσθεί η θεωρία…
______________
  ~ Δανάη Μαραγκουδάκη
     Πηγή: liberal.gr



Share on Google Plus
    Blogger ΣΧΟΛΙΑ
    Facebook ΣΧΟΛΙΑ

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου