Ακόμα...ψάχνουμε την ελπίδα...!


Πριν από δύο χρόνια, τέτοιες μέρες, ήταν πολλοί, πάρα πολλοί, εκείνοι, και ιδίως οι νέοι, που πίστευαν πραγματικά ότι η ελπίδα έρχεται με χίλια. Δεν ήταν μόνο ότι αυτό διαλαλούσαν παντού οι αφίσες του ΣΥΡΙΖΑ, ούτε το θριαμβευτικό εκλογικό αποτέλεσμα και η παραλίγο αυτοδυναμία του μέχρι πριν από μερικά χρόνια “μικρού” αριστερού κόμματος.

Του Βαγγέλη Δεληπέτρου


Ήταν κάτι πολύ περισσότερο, που ξεπερνούσε τα όρια όσων είχαν στηρίξει με την ψήφο τους τον Συνασπισμό της Ριζοσπαστικής Αριστεράς και έδινε άλλον, πρωτόγνωρο για τα μνημονιακά τουλάχιστον χρόνια, αέρα στη νέα κυβέρνηση: Πρώτη φορά αριστερά και πρώτη φορά μετά τον ερχομό του ΔΝΤ και τις χρονιές που πήγαιναν από το κακό στο χειρότερο, που τόσος κόσμος θεωρούσε ότι ήρθε η ώρα της “ρήξης και της ανατροπής” που έλεγαν και τα συνθήματα, ή έστω ότι η θέση των απλών ανθρώπων θα βελτιωθεί και ότι επιτέλους θα γυρίσει ο τροχός.

Ήταν πολλοί εκείνοι που άκουγαν με προσοχή, χαμόγελο και πολλές ελπίδες, εκείνο το βράδυ της νίκης τον Αλέξη Τσίπρα να δηλώνει ότι “ηττήθηκε η Ελλάδα των ελίτ και των ολιγαρχών και νίκησε η Ελλάδα του μόχθου και του πολιτισμού”, και να υπογραμμίζει: “Θα διαπραγματευτώ με τους εταίρους. Με δικές μας προτάσεις και δικό μας σχέδιο. Θα διαψεύσουμε όλες τις Κασσάνδρες. Ούτε αμοιβαία καταστροφική λύση θα υπάρξει, ούτε συνέχεια της καταστροφής. Ούτε καταστροφική ρήξη με τους εταίρους, ούτε συνέχιση της υποταγής”.

Δεν πήγαν βέβαια έτσι τα πράγματα. Και δεν άλλαξε η ρότα της χώρας. Ακόμα, κατά πώς λέει συνεχώς και ο πρωθυπουργός, από κάβο σε κάβο πηγαίνουμε, ελπίζοντας πάντα ότι ο τωρινός θα είναι ο τελευταίος και διαπιστώνοντας (πάντα!) ότι υπάρχουν κι άλλοι που έρχονται καταπάνω μας.

Γιατί με την Ευρωπαϊκή Ένωση να κανοναρχείται από το Βερολίνο και να χορεύει στους σκοπούς που σφυρίζει ο Σόιμπλε, η θηλειά της λιτότητας όχι μόνο δεν χαλαρώνει, επιτρέποντας να υπάρξουν ανάσες και αναπροσανατολισμός, αλλά και οι κυβερνητικοί σχεδιασμοί υποβαθμίζονται σε σχεδιασμούς μιας αέναης διαπραγμάτευσης που αλλάζει αριθμούς χωρίς να αλλάζει την ουσία.

Από αξιολόγηση σε αξιολόγηση και από εκβιασμό σε εκβιασμό, η κατάληξη είναι πάντοτε η λήψη μέτρων, που πριν να περάσει χρόνος θα αποδειχθούν το ίδιο αδιέξοδα με τα προηγούμενα και θα επιφέρουν ως μόνη “λύση” τη λήψη νέων μέτρων που θα οδηγήσουν στη διαπραγμάτευση για τη “νέα” αξιολόγηση που θα οδηγήσει (και πάλι!) σε ΄νέα' μέτρα, ων ουκ έστιν τέλος.

Και αν συνυπολογίσουμε το Προσφυγικό και την πασιφανή αδυναμία αντιμετώπισής του από την ΕΕ και τα όργανά της που δεν μπορούν να συμφωνήσουν ούτε στα στοιχειώδη, ποιες είναι λόγου χάριν οι αιτίες που ανοίγουν τους δρόμους της προσφυγιάς και ποια είναι επιτέλους τα “ευρωπαϊκά κεκτημένα” της δημοκρατίας και της αλληλεγγύης, τα πράγματα ζορίζουν κι άλλο και το “ελληνικό πρόβλημα” μεγεθύνεται.

Δύσκολη υπόθεση να ψάχνεις την ελπίδα σε τέτοιες συνθήκες, με τους “ειδικούς” από την ΕΕ όλο να έρχονται και ποτέ να μην φτάνουν στα hot spot για να δώσουν λύσεις, με τα εκατομμύρια των κονδυλίων να χορεύουν στις επίσημες ανακοινώσεις και τις δηλώσεις των αρμοδίων, αλλά να μην φαίνονται στις σκηνές που σκεπάζονται από το χιόνι και στα παλιά εγκαταλειμμένα εργοστάσια και στρατόπεδα που μετατρέπονται -συχνά χωρίς στοιχειώδες σχέδιο και ακόμη συχνότερα χωρίς όραμα και προοπτική- σε Κέντρα, ο θεός να μας φυλάει, Φιλοξενίας.

Δύσκολη υπόθεση και το να περιθάλπεις όλες τις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες, πρόσφυγες και μη. Τους ανασφάλιστους που προϋπήρχαν και αυτούς που υποβιβάζονται σε ανασφάλιστους κάθε μνημονιακό χρόνο, με την ανεργία να χορεύει, την επισφάλεια να πιάνει τα πόστα και τα χρέη στα Ταμεία να τραβούν την ανηφόρα. Αλλά σε αυτό ο απολογισμός της κυβέρνησης είναι όντως ελπιδοφόρος, γιατί εξοστράκισε έστω και λίγο την απόγνωση.

Η παροχή νοσηλευτικής και ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης στους ανασφάλιστους και γενικότερα τους αναξιοπαθούντες εγγράφεται αναμφισβήτητα στα συν της δίχρονης διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, έστω κι αν είναι μόνο ένα μέρος του “παράλληλου προγράμματος” που ποτέ δεν υλοποιήθηκε στην ολότητά του.

Στα συν και οι θεσμικές αλλαγές που συγχρονίζουν την ελληνική πολιτεία, από την δυνατότητα απόκτησης της ελληνικής ιθαγένειας από τα παιδιά μεταναστών μέχρι τη θεσμοθέτηση συμφώνου ελεύθερης συμβίωσης και για τα ομόφυλα ζευγάρια, αλλαγές που έπρεπε να δρομολογηθούν πριν από τα μνημόνια και οι οποίες δεν είναι “αριστερές” για να χρειάζεται να τις αποφασίσει αριστερή διακυβέρνηση. Σημάδια καθυστέρησης που αποκαλύπτουν πόσο κούφιος και συντηρητικός είναι συχνά ο “μεταρρυθμιστικός” λόγος, κάτι που έδειξε και η “σύγκρουση” με την Ιεραρχία για τα Θρησκευτικά.

Στα πλην προφανώς τα αεροδρόμια, τα λιμάνια και τα άλλα στοιχεία του κοινού μας πλούτου, που έφυγαν, φεύγουν και θα φύγουν με ευθύνη αυτών, των προηγούμενων και των επόμενων διακυβερνήσεων, χωρίς σχέδιο, δίχως προοπτική και με το χρέος να συνεχίζει να μας βγάζει την γλώσσα, κοροϊδεύοντας τις αξιολογήσεις και τα προγράμματα... σωτηρίας. Και πάνω απ' όλα η ίδρυση του Υπερταμείου που μάζεψε ότι ήδη είχαν μαζέψει ΤΑΪΠΕΔ, ΕΔΗΣ, ΤΧΣ και ΕΤΑΔ, και τα πακετάρει για να τα “διώξει” σε πρώτη... ευκαιρία.

Στα πλην βέβαια και η χαμένη ευκαιρία τακτοποίησης του τηλεοπτικού χάους, που όντως μετά από 27 χρόνια λειτουργίας (!) θα έπρεπε να μπει σε τάξη, να υπάρξουν νόμιμες άδειες και κανόνες και να καταβληθούν μισθώματα για την επωφελέστατη για ορισμένους χρήση των δημοσίων συχνοτήτων που ανήκουν σε όλους μας.

Αλλά τάξη δεν μπήκε, και ο διαγωνισμός ακυρώθηκε, και γυρίσαμε εκεί που ήμασταν και λίγο πιο πίσω, όπως συμβαίνει πάντοτε όταν το ένα βήμα μπρος γίνεται πέντε - έξι βήματα πίσω, προς δόξαν της διαπλοκής που αποδεικνύεται όχι μόνο Λερναία Ύδρα, αλλά Ηρωδιάδα και Σαλώμη μαζί.

Το παλιό είναι εδώ και μας δείχνει πάλι τα δόντια του. Αλλά αυτό πρέπει να αλλάξει όσο ακόμα υπάρχει καιρός, πριν καταρρεύσει και μας πάρει μαζί του.

Δυο χρόνια μετά από... τότε, μοιάζει να είμαστε (πάλι!) εκεί που βρισκόμασταν: με μια αξιολόγηση που όλο τελειώνει και τελειωμό δεν έχει, τα “νέα” μέτρα να ετοιμάζονται, το κουαρτέτο ανάλογα με τα κέφια του να γράφει και να σβήνει και την κυβέρνηση (πάλι!) να διαπραγματεύεται τα μέχρι χτες αδιαπραγμάτευτα. Και στην απέναντι πλευρά του τραπεζιού ο Σόιμπλε και ο Τόμσεν, ακριβώς όπως τότε, διαφωνούν συμφωνώντας και (τελικά) συμφωνούν... διαφωνώντας για το μέλλον του “ελληνικού πειράματος”.

Όταν, όμως, σε αντιμετωπίζουν μήνα τον μήνα και χρόνο τον χρόνο, πότε σαν “πρόβλημα”, πότε σαν “πείραμα” και στην καλύτερη περίπτωση σαν “υπόθεση”, τα πράγματα ζορίζουν και η ελπίδα μικραίνει τόσο που ακόμα κι αν υπάρχει δεν φαίνεται, οπότε δεν σε παίρνει να λες ότι “έρχεται”, ότι “ήρθε” ή ότι “θάρθει”. Μούγκα στη στρούγκα λοιπόν και βλέπουμε.



*Ο Βαγγέλης Δεληπέτρος είναι δημοσιογράφος
Share on Google Plus
    Blogger ΣΧΟΛΙΑ
    Facebook ΣΧΟΛΙΑ

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου