Το έλατο φορά κάθε χρόνο τα καλά του αυτή την εποχή του χρόνου, όντας αναπόσπαστο μέρος των Χριστουγέννων και όσων αυτά αντιπροσωπεύουν για τους χριστιανούς της οικουμένης.
Πώς συνδέθηκε όμως το αειθαλές κωνοφόρο με τη γέννηση του Θείου Βρέφους, μια παράδοση που έλκει την καταγωγή της από τη Μέση Ανατολή;
Πολύ πριν από την έλευση του χριστιανισμού, τα δέντρα που παρέμεναν πράσινα καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους είχαν ένα ξεχωριστό νόημα για τους ανθρώπους που θα αποκαλούνταν αργότερα ειδωλολάτρες.
Η ιστορία της μετατροπής του παγανιστικού αυτού εθίμου σε ένα από τα ίδια τα σύμβολα των Χριστουγέννων χάνεται μεν στα βάθη των αιώνων, έχει ωστόσο μέσα της πολλά χαρακτηριστικά επεισόδια και αρκετούς σταθμούς, από πανάρχαια ήθη διάφορων πολιτισμικών παραδόσεων μέχρι και τον Βονιφάτιο, τον Μαρτίνο Λουθήρο και τη βασίλισσα Βικτόρια…
Πώς φαίνεται να ξεκίνησαν όλα
Τα δέντρα και τα φυτά έπαιζαν ανέκαθεν σημαίνοντα ρόλο στις ανθρώπινες κοινωνίες και ειδικά όσα παρέμεναν πράσινα όλο τον χρόνο. Όπως ακριβώς στολίζουμε σήμερα τα σπίτια μας με κωνοφόρα κατά τις γιορτές, το ίδιο έκαναν και οι αρχαίοι λαοί, διακοσμώντας πόρτες και παράθυρα με κλαδιά αειθαλών.
Αυτές οι τελετουργίες είχαν πολύ να κάνουν με το ξόρκισμα των κακών πνευμάτων, από μεταφυσικούς δαίμονες μέχρι και πιο γήινες αρρώστιες. Αυτό έκαναν οι λαοί του παρελθόντος, από Αιγύπτιους και Ιουδαίους μέχρι Ρωμαίους και Κινέζους.
Ειδικά στο Βόρειο Ημισφαίριο, όλοι γιόρταζαν τη μικρότερη μέρα και μεγαλύτερη νύχτα του χρόνου, το χειμερινό ηλιοστάσιο του Δεκεμβρίου δηλαδή, και είχαν μύθους που μας έλεγαν πως ο θεός Ήλιος εξασθένιζε κάθε χρόνο τον χειμώνα, καθώς αρρώσταινε. Και το χειμερινό ηλιοστάσιο σήμαινε ακριβώς αυτό, πως ο Ήλιος άρχιζε να θεραπεύεται και η μέρα θα μεγάλωνε πια, μια μέρα που ήταν άρρηκτα συνδεδεμένη με την αγροτική καθημερινότητα του ανθρώπου.
Τα αειθαλή κωνοφόρα συμβόλιζαν με τον καλύτερο τρόπο την πρασινάδα που αρνείται να υποκύψει στον χειμώνα, λειτουργώντας ως υπόμνηση πως σύντομα όλα θα ξαναπρασίνιζαν, ο ήλιος θα γινόταν και πάλι δυνατός και το καλοκαίρι δεν θα αργούσε. Αυτό έκαναν οι Αιγύπτιοι με τον Ρα τους, ο οποίος άρχιζε να γιατρεύεται κατά το χειμερινό ηλιοστάσιο, κι έτσι γέμιζαν τα σπίτια τους με κλαδιά φοίνικα για να τιμήσουν τον θρίαμβο της ζωής και του φωτός έναντι του σκότους και του θανάτου.
Αυτό έκαναν και οι Ρωμαίοι στα Saturnalia τους, τη γιορτή του χειμερινού ηλιοστασίου προς τιμήν του Σατούρνους, του θεού της γεωργίας (και δικού μας Κρόνου). Οι Ρωμαίοι ήξεραν πως μετά το ηλιοστάσιο του Δεκεμβρίου τα χωράφια και οι οπωρώνες θα άνθιζαν ξανά και για να γιορτάσουν το σημαντικό για τη ζωή τους γεγονός, διακοσμούσαν σπίτια και ναούς με κλαδιά αειθαλών.
Αλλά και στη Βόρεια Ευρώπη οι μυστηριώδεις δρυΐδες, οι ιερείς των αρχαίων Κελτών, που λάτρευαν τα δέντρα και τη φύση όσο κανείς, είχαν πάντα στους ναούς τους αειθαλή ως σύμβολα της αιώνιας ζωής. Ακόμα και οι σκληροτράχηλοι Βίκινγκς της Σκανδιναβίας πίστευαν πως τα κωνοφόρα ήταν το ιερό δέντρο του θεού του Ηλίου, του Μπάλντερ, μιας από τις πλέον αγαπητές θεότητες των λαών του ευρωπαϊκού Βορρά.
Σε όλο σχεδόν τον προχριστιανικό κόσμο τα δέντρα και ειδικά τα αειθαλή διαδραμάτιζαν πρωταγωνιστικό ρόλο, πουθενά όμως δεν λατρεύονταν πιο έντονα από τους Βίκινγκς, τους Κέλτες και τους Σάξονες. Μια παράδοση που έμελλε να έχει πρωταγωνιστικό ρόλο στο σημερινό χριστουγεννιάτικο δέντρο…
Χριστουγεννιάτικο δέντρο, δηλαδή… Γερμανία
Τόσο διαδεδομένη ήταν η παγανιστική λατρεία των δέντρων στα γερμανικά φύλα που ο ίδιος ο Άγιος Βονιφάτιος, ο τρανός αγγλοσάξονας ιεραπόστολος του καθολικισμού που έφυγε από την Αγγλία για να εκχριστιανίσει τους ειδωλολάτρες Γερμανούς, αναγκάστηκε κατά τον 8ο αιώνα να κόψει την ίδια την ιερή Βελανιδιά του Θορ στο σημερινό κρατίδιο της Έσσης! Και όχι μόνο την έκοψε, αλλά με το ξύλο της έχτισε μια εκκλησιά αφιερωμένη στον Άγιο Πέτρο, για να δώσει αιφνίδιο τέλος στις ειδωλολατρικές λατρείες των δέντρων.
Η ιστορία μας λέει πως οι παγανιστικές πρακτικές ήταν ακόμα ιδιαιτέρως ζωντανές στα γερμανικά φύλα ακόμα και κατά τον 8ο αιώνα. Οι Γερμανοί σκάρωσαν εξάλλου αμέσως έναν μύθο πως ένα αειθαλές κωνοφόρο φύτρωσε αμέσως στη θέση της πετσοκομμένης βελανιδιάς και πως το τριγωνικό του σχήμα έδειχνε προς τον ουρανό. Ο Βονιφάτιος απάντησε στον μύθο των αυτοχθόνων λέγοντας πως το κωνοφόρο που φύτρωσε ήταν απόδειξη της νέας λατρείας που ξεπηδούσε και το στόλισε, όπως μας παραδίδεται, με κεριά, για να κάνει τα κηρύγματά του ακόμα και τη νύχτα.
Οι ιστορικοί, παρά τους διαξιφισμούς, συμφωνούν πια πως η παράδοση του χριστουγεννιάτικου δέντρου, με τη μορφή που το ξέρουμε σήμερα, έλκει την καταγωγή της από τη Γερμανία. Δεν τα βρίσκουν απλώς στο πότε. Οι περισσότεροι αποδίδουν πάντως το μεταλλαγμένο έθιμο στον ίδιο τον Μαρτίνο Λουθήρο, τον μεγάλο μεταρρυθμιστή της χριστιανοσύνης, ο οποίος φέρεται να είναι ο πρώτος που έφερε ένα κωνοφόρο στο σπίτι του και το στόλισε με αναμμένα κεράκια.
Ένα χειμωνιάτικο βραδάκι που επέστρεφε στην οικογένειά του, θαύμασε τα άστρα που λαμποκοπούσαν στον ουρανό και θέλησε να αναβιώσει τη σκηνή για τα παιδιά του, στήνοντας ένα κωνοφόρο στο κεντρικό δωμάτιο της οικίας και φωταγωγώντας το με κεριά. Ο Λουθήρος δεν ήταν ασφαλώς ο πρώτος που έφερε ένα κωνοφόρο στο σπίτι του, καθώς ήδη από την Αναγέννηση οι πιστοί χριστιανοί της Γερμανίας διακοσμούσαν δέντρα στο σπίτι τους και όταν τα δέντρα σπάνιζαν, έφτιαχναν ξύλινες πυραμιδοειδείς κατασκευές, τις οποίες στόλιζαν με κλαδιά δέντρων, κεριά και αντικείμενα καθημερινής χρήσης. Ή πράγματα βρώσιμα.
Διακοσμημένα δέντρα τον χειμώνα λάμβαναν εξάλλου χώρα κατά τους χριστουγεννιάτικους εορτασμούς σε όλες τις επαγγελματικές ενώσεις της Γερμανίας και της Λιβονίας (σημερινή Λετονία και Εσθονία), οι οποίες διακοσμούσαν τα δέντρα των συντεχνιακών αιθουσών τους με γλυκάκια για τους νεαρούς μαθητευόμενους τεχνίτες και τα παιδιά των μελών τους. Στο σημερινό Ταλίν και τη Ρίγα ξέρουμε πως αυτό γινόταν ήδη από το 1441.
Επαγγελματικό σωματείο της Βρέμης κατέχει ακόμα στα μητρώα του πως τον χειμώνα του 1570 ένα μικρό δέντρο είχε στολιστεί με «μήλα, καρύδια, χουρμάδες, κουλούρια και χάρτινα λουλούδια» για τα πιτσιρίκια της γειτονιάς.
Μετά την προτεσταντική Μεταρρύθμιση, τα στολισμένα κωνοφόρα έγιναν σταθερά στα μεγαλοαστικά σπίτια των διαμαρτυρόμενων, θέλοντας να μπουν για άλλη μια φορά στο μάτι των καθολικών, που στόλιζαν χριστουγεννιάτικα λίκνα. Και ήταν αυτή η γενίκευση της πρακτικής από τα σωματεία των τεχνιτών στα σπίτια της αστικής μπουρζουαζίας που καθιέρωσε τη σύγχρονη παράδοση που έμελλε να γενικευτεί στον 18ο και 19ο αιώνα.
Βαυαρός ήταν εξάλλου κι αυτός που έφερε την παράδοση στη χώρα μας, ο ίδιος ο Όθωνας! Αυτός στόλισε για πρώτη φορά χριστουγεννιάτικο δέντρο στα ανάκτορα του Ναυπλίου το 1833, προκαλώντας το ενδιαφέρον και τον θαυμασμό των ελεύθερων Ελλήνων…
Το παγανιστικό έθιμο που ήρθε για να μείνει
Μέχρι τις αρχές του 18ου αιώνα, το χριστουγεννιάτικο δέντρο είχε βρει τον δρόμο του για τα σπίτια της Ρηνανίας, τα μεγαλοαστικά σπίτια όμως. Τα κεριά ήταν ακριβά και δεν τα σπαταλούσες για στολισμούς. Ήταν όμως και το άλλο, πως πολλές γερμανικές περιοχές παρέμεναν προσδεμένες στο άρμα του καθολικισμού, κι έτσι δεν αποδέχονταν το στολισμένο δέντρο ως χριστιανικό έθιμο, καθώς είχε συνδεθεί άρρηκτα με τον προτεσταντισμό.
Έπρεπε να το υιοθετήσουν οι πρώσοι ευγενείς μετά το 1815 για να μπει τελικά στα σπίτια του κόσμου, αν και στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες θα περνούσε από χίλια κύματα. Το χριστουγεννιάτικο δέντρο είχε φτάσει να υποδηλώνει τον γερμανικό πολιτισμό και συχνά χρησιμοποιούνταν από τους άλλους Ευρωπαίους ακόμα και ως μειωτικός χαρακτηρισμός, ειδικά αν ο Γερμανός ήταν μετανάστης.
Η καθοριστική στιγμή μάλιστα για την αύξηση της απήχησής του στην Ευρώπη ήταν όταν ο γερμανικός στρατός στόλισε με χριστουγεννιάτικα δέντρα τα στρατόπεδα και τα στρατιωτικά νοσοκομεία κατά τον Γαλλο-Πρωσικό Πόλεμο του 1870-1871. Στις εκκλησίες της χριστιανοσύνης δεν θα εμφανίζονταν πάντως στολισμένα έλατα παρά στον 20ό αιώνα.
Όσο για τη γενίκευσή του στην υπόλοιπη Ευρώπη, ήταν οι γαλαζοαίματοι οίκοι και η αριστοκρατία αυτή που τα έκαναν όλα, από τις αρχές του 19ού αιώνα. Οι βασιλικές αυλές άρχισαν να στολίζονται με δέντρα, από τη Βιέννη μέχρι και τη Ρωσία, καθώς βασίλισσες και πριγκίπισσες αρέσκονταν πολύ στις μεγαλοπρεπείς διακοσμήσεις. Αυτό έκανε η πριγκίπισσα Ενριέτα του Νασάου στη Βιέννη το 1816, αυτό η δούκισσα της Ορλεάνης στη Γαλλία το 1840, αυτό η ηλικιωμένη κόμισσα Βιλελμίνα στη Δανία, η οποία ήταν μάλιστα κι αυτή που μοιράστηκε την ιστορία του πρώτου χριστουγεννιάτικου δέντρου της Δανίας στον παραμυθά Χανς Κρίστιαν Άντερσεν το 1865.
Η Αγγλία αντιστάθηκε μάλιστα όσο μπορούσε στην παντοκρατορία του χριστουγεννιάτικου δέντρου, αν και θα έπεφτε κι αυτή, ξανά από γερμανικό δάκτυλο! Οι Βρετανοί στόλιζαν τα σπίτια τους με αειθαλή εδώ και αιώνες, όπως είπαμε, κανονικό χριστουγεννιάτικο δέντρο διακοσμούν ωστόσο εδώ και διακόσια χρόνια. Ήταν η γερμανή σύζυγος του Γεωργίου Γ’ αυτή που στόλισε ένα χριστουγεννιάτικο δέντρο το 1800 σε δεξίωση που παρέθεσε για μικρά παιδιά που δημιούργησε δεδικασμένο στον βασιλικό οίκο της Μεγάλης Βρετανίας.
Το έθιμο παρέμενε ωστόσο ξένο για τον λαό και θα έπρεπε να ερχόταν στα πράγματα η βασίλισσα Βικτόρια, το παιδικό δωμάτιο της οποίας φιλοξενούσε πάντα χριστουγεννιάτικο δέντρο, για να το κάνει μόδα. Η Βικτόρια παντρεύτηκε τον γερμανό ξάδερφό της, πρίγκιπα Αλβέρτο, το 1841, κι εκείνος επέμενε να στολίζουν τα ανάκτορα δέντρο. Η αριστοκρατία υιοθέτησε το έθιμο και στα επόμενα πενήντα χρόνια, μέσω των στολισμών ελάτων σε πλατείες, δημόσιους χώρους αλλά και τα σαλόνια της άρχουσας τάξης, θα περνούσε τελικά και στον απλό κοσμάκη.
Από Γερμανούς εισήχθησαν εξάλλου τα χριστουγεννιάτικα δέντρα και στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, καθώς οι Αμερικανοί θεωρούσαν ως τον 19ο αιώνα τέτοια καμώματα ιδιαιτέρως περίεργα και εξόχως παγανιστικά. Και κάποιες πολιτείες τα απαγόρευαν διά ροπάλου!
Ήταν οι γερμανοί μετανάστες στην Πενσιλβάνια αυτοί που από το 1830-1840 στόλιζαν πια δέντρα στα σπίτια τους, εκεί που από το 1747 είχαν απλώς ένα μεγάλο δέντρο στην κεντρική πλατεία της κοινότητάς τους, εξοικειώνοντας σιγά-σιγά τις ΗΠΑ με το ξενόφερτο έθιμο, που για πάμπολλες δεκαετίες αντιμετωπιζόταν εχθρικά.
Η καθοριστική στιγμή για την Αμερική ήρθε όμως και πάλι από τη Βικτόρια και τον Αλβέρτο, οι οποίοι ξαναγέννησαν μια παράδοση που έμοιαζε τώρα ακαταμάχητη. Το 1841, το βασιλικό ζεύγος της Βρετανίας στόλισε και πάλι το μεγαλοπρεπές δέντρο του στο Κάστρο του Ουίνδσορ και ένα σκίτσο του εμφανίστηκε στο εικονογραφημένο περιοδικό «Illustrated London News», το οποίο έμελλε να κάνει τους Αμερικανούς να λατρέψουν έτσι στα ξαφνικά το μέχρι πρότινος ξενόφερτο έθιμο. Στις ΗΠΑ μάλιστα μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα όλα τα χριστουγεννιάτικα στολίδια έρχονταν με εισαγωγές από τη Γερμανία.
Όταν μάλιστα κάποιος Τόμας Έντισον χάρισε στις πόλεις ηλεκτρικό ρεύμα και τα λαμπάκια των δέντρων φεγγοβολούσαν ολημερίς και ολονυχτίς, κανείς δεν μπορούσε πια να πει όχι στη γερμανική παράδοση. Ήταν ο Έντουαρντ Τζόνσον, ένας βοηθός του περιβόητου πολυεφευρέτη, αυτός που κρέμασε το 1882 μια σειρά από 80 κόκκινες, λευκές και μπλε λάμπες στο δέντρο της εταιρίας, κάνοντας το έλατο ανάρπαστο.
Ήδη από το 1890, η εταιρία του Έντισον πουλούσε ειδικές υπηρεσίες για τα Χριστούγεννα, νοικιαζόμενες λάμπες και συστήματα ηλεκτρισμού αποκλειστικά για το δέντρο δηλαδή. Και τα υπόλοιπα είναι Ιστορία…
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου