Στήριξη της ελληνικής επιχειρηματικότητας σε δύο μέτωπα –ρευστότητας και επενδύσεων- αναμένεται να πραγματοποιηθεί το προσεχές διάστημα.
Τι συμβαίνει με τα Capital Controls
Λίλυ Σπυροπούλου
Με στόχο τη στήριξη της επιχειρηματικότητας, απελευθερώνεται άμεσα από τις ελληνικές τράπεζες ρευστότητα 1 δισ. ευρώ σε ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις, με τον ενεργό ρόλο της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ).
Την ίδια στιγμή, η άρση των κεφαλαιακών ελέγχων μπορεί να οδηγήσει στην πραγματοποίηση νέων επενδύσεων, ύψους επίσης 1 δισ. ευρώ εκ μέρους των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, οι οποίες προσπαθούν αγωνιωδώς και με κάθε τρόπο να εισέλθουν σε φάση ανάκαμψης, με “εξασθενημένη” όμως δυναμική, όπως αναφέρει η Εθνική Τράπεζα στην ολοκαίνουργια μελέτη της για τις ΜμΕ.
Εντυπωσιακό είναι ότι το 39% των επιχειρήσεων, βάσει ερωτηματολογίου σε δείγμα 1200 επιχειρήσεων, φαίνεται να δηλώνει ότι δεν αντιμετωπίζει κανένα πρόβλημα στη λειτουργία του. Το ποσοστό αυτό ήταν μόλις….5%, το πρώτο εξάμηνο μετά την επιβολή των capital controls.
Bεβαίως παραμένουν, αν και με εμφανή βελτίωση, τα όποια προβλήματα που αφορούν την είσπραξη απαιτήσεων (53% του τομέα), την ολοκλήρωση παραγγελιών (45%) και την προμήθεια πρώτων υλών (41%). Από την άλλη πλευρά, οι διαδικασίες πληρωμής εργαζομένων και μεταφοράς προϊόντων φαίνεται σε μεγάλο βαθμό ότι έχουν ομαλοποιηθεί., σύμφωνα με τη μελέτη της Διεύθυνσης Οικονομικής Ανάλυσης της Εθνικής Τράπεζας (παρατίθεται αυτούσια στη συνέχεια).
Νέα σύμβαση ΕΤΕπ- ελληνικών τραπεζών
Όσον αφορά την επικείμενη αποδέσμευση του 1 δισ. ευρώ προς τις ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις, υπογράφεται το πρωί της Πέμπτης συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ) και των τεσσάρων ελληνικών συστημικών τραπεζών και συγκεκριμένα των Alpha Bank , Eurobank, Εθνικής και Πειραιώς. Κατά την υπογραφή σύμβασης στην ΕΤΕπ θα παραστεί και ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Γιάννης Στουρνάρας.
Επί της ουσίας, η Ετεπ θα δανειοδοτήσει τις ελληνικές τράπεζες, λαμβάνοντας εγγυήσεις του Δημοσίου και θα αποδεσμεύσει το 1 δισ. ευρώ, με τις ελληνικές τράπεζες να συμμετέχουν κατά πληροφορίες, μόνο κατά 400 εκατ. ευρώ.
Κατά την υπογραφή της συμφωνίας θα παραστεί ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας.
Τις συμβάσεις θα υπογράψει ο πρόεδρος της ΕΤΕπ Βέρνερ Χόγιερ , με τους επικεφαλής των συστημικών τραπεζών.
Από πλευράς τραπεζών, θα υπογράψουν οι κ.κ.:
Δημ. Μαντζούνης, διευθύνων σύμβουλος Alpha Bank
Φωκ. Κατραβίας, διευθύνων σύμβουλος Eurobank
Λεων. Φραγκιαδάκης, διευθύνων σύμβουλος Εθνικής
Γεωρ. Πουλόπουλος, αναπληρωτής διευθύνων σύμβουλος Πειραιώς
Ξεκλειδώνει η άρση capital controls
Ενάμιση χρόνο μετά την επιβολή των κεφαλαιακών ελέγχων, οι ΜμΕ δείχνουν να έχουν υιοθετήσει διαδικασίες που τους επιτρέπουν να λειτουργούν υπό την παρουσία των περιορισμών αυτών. Με αυτό το δεδομένο, κρίσιμο ζήτημα είναι η ελαχιστοποίηση του δυνητικού μεσοπρόθεσμου κόστους αυτής της λειτουργικής προσαρμογής στην αναπτυξιακή προοπτική του τομέα. Αυτό είναι το θέμα της νέας μελέτης που συνέταξε η Διεύθυνση Οικονομικής Ανάλυσης της Εθνικής Τράπεζας, η οποία εστιάζει στην επίδραση της χρονικής διάρκειας διατήρησης των ελέγχων για το βάθος των συνεπειών τους, και κυρίως στη σκιαγράφηση της επόμενης ημέρας μετά την άρση τους, που εκτιμάται ότι θα απελευθερώσει σημαντική αναπτυξιακή δυναμική.
Ξεκινώντας από μια αποκρυπτογράφηση της συγκυρίας διαπιστώνουμε ότι ο επιχειρηματικός τομέας δείχνει ότι προσπαθεί να εισέλθει σε φάση ανάκαμψης με εξασθενημένη, ωστόσο, δυναμική. Συγκεκριμένα, το 2016 χαρακτηρίστηκε από μια σταδιακή βελτίωση του επιχειρηματικού κλίματος, όπως αποτυπώθηκε στην άνοδο του Δείκτη Εμπιστοσύνης για τις ΜμΕ κατά 8 μονάδες στη διάρκεια του έτους. Παρά ταύτα, ο δείκτης παραμένει σε αρνητικό έδαφος και σε ένα επίπεδο σημαντικά χαμηλότερο σε σχέση με το 2014. Υπό αυτά τα δεδομένα, ιδιαίτερο ενδιαφέρον αποκτά η εκτίμηση του βαθμού που οι κεφαλαιακοί έλεγχοι δρουν περιοριστικά στην τρέχουσα συγκυρία.
Βάσει ερωτηματολογίου σε δείγμα 1.200 επιχειρήσεων, συνάγαμε ότι οι ΜμΕ δείχνουν σαφή σημάδια προσαρμογής στις νέες συνθήκες που διαμορφώθηκαν – με το 39% του τομέα να δηλώνει ότι πλέον δεν αντιμετωπίζει κανένα πρόβλημα στη λειτουργία του (έναντι αντίστοιχου ποσοστού μόλις στο 5% κατά το πρώτο εξάμηνο μετά την επιβολή των κεφαλαιακών ελέγχων). Σχετικά σημαντικά – αν και με εμφανή βελτίωση – προβλήματα φαίνεται ακόμα να υφίστανται όσον αφορά την είσπραξη απαιτήσεων (53% του τομέα), την ολοκλήρωση παραγγελιών (45%) και την προμήθεια πρώτων υλών (41%). Από την άλλη πλευρά, οι διαδικασίες πληρωμής εργαζομένων και μεταφοράς προϊόντων φαίνεται σε μεγάλο βαθμό ότι έχουν ομαλοποιηθεί.
Προχωρώντας στο επόμενο στάδιο ανάλυσης – τις ενέργειες που απαιτήθηκαν για να πραγματοποιηθεί αυτή η λειτουργική προσαρμογή – αποκαλύπτεται το κόστος αυτών των δράσεων. Πρώτον, μεγεθύνεται ο χρονικός ορίζοντας επιστροφής στην κανονικότητα. Συγκεκριμένα, καθώς η προσαρμογή ξεκινά να επεκτείνεται και σε αλλαγές στρατηγικής, το 17% των ΜμΕ δηλώνει ότι μετά την άρση των κεφαλαιακών περιορισμών θα απαιτηθεί χρονικό διάστημα άνω του ενός έτους για να επιστρέψει σε ομαλή λειτουργία. Σημειώνουμε ότι κατά το πρώτο εξάμηνο μετά την επιβολή των κεφαλαιακών ελέγχων, το ποσοστό αυτό ήταν μόλις στο 6%. Δηλαδή, έχει τριπλασιαστεί κατά τους τελευταίους 12 μήνες – σημείο που δεικνύει ότι η διατήρηση των κεφαλαιακών ελέγχων για μακρύ χρονικό διάστημα αυξάνει εκθετικά το χρόνο επαναφοράς στην κανονικότητα μετά την άρση τους. Δεύτερον, οι στρατηγικές αλλαγές που υιοθετήθηκαν από τις ΜμΕ δρουν συσταλτικά στη βραχυπρόθεσμη δυναμική της ανάπτυξής τους. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι το 34% του τομέα έχει πλέον προχωρήσει σε ακύρωση επενδύσεων (έναντι αντίστοιχου ποσοστού 24% κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2015).
Αναζητώντας τις αιτίες που οι ΜμΕ αναγκάστηκαν να προχωρήσουν σε προσαρμογές πιο στρατηγικής φύσης, ξεχωρίζουμε τον περιορισμό των βραχυπρόθεσμων θωρακίσεων έναντι των κεφαλαιακών ελέγχων. Συγκεκριμένα, κατά τους πρώτους μήνες επιβολής των κεφαλαιακών ελέγχων, άνω του ½ του τομέα των ΜμΕ διακρατούσε «μαξιλάρι ρευστότητας» εκτός ελληνικών τραπεζών το οποίο του επέτρεπε να λειτουργεί σε «σχεδόν κανονικές» συνθήκες. Σήμερα - ενάμισι χρόνο μετά την επιβολή κεφαλαιακών ελέγχων - το «μαξιλάρι» αυτό έχει απωλεσθεί για το μεγαλύτερο κομμάτι των ΜμΕ και πλέον μόνο το 1/5 του τομέα (που δήλωνε σημαντικό απόθεμα στα τέλη του 2015) συνεχίζει να έχει χρηματικά διαθέσιμα εκτός ελληνικών τραπεζών και να διατηρεί κάποιας μορφής προστασία έναντι των κεφαλαιακών ελέγχων.
Οι παραπάνω διαπιστώσεις συγκλίνουν στο συμπέρασμα ότι η γρήγορη άρση των κεφαλαιακών ελέγχων είναι καίριας σημασίας για την αποτροπή πρόκλησης διαρθρωτικών προβλημάτων στις ΜμΕ. Προς την κατεύθυνση της ταχύτερης δυνατής άρσης των κεφαλαιακών ελέγχων οδηγούν και οι εκτιμήσεις για την επόμενη ημέρα. Πρώτον, η άρση των περιορισμών κρίνεται σχετικά χαμηλού κινδύνου καθώς οι επιχειρηματίες όλων των κλάδων δηλώνουν ότι θα έχουν ψύχραιμη αντίδραση όσον αφορά τις καταθέσεις τους, διατηρώντας το ποσοστό χρηματικών διαθεσίμων των ΜμΕ που διακρατούνται σε ελληνικές τράπεζες κοντά στα τρέχοντα επίπεδα (90%). Δεύτερον - και σημαντικότερο – η άρση των κεφαλαιακών ελέγχων εκτιμάται ότι μπορεί να απελευθερώσει έντονες αναπτυξιακές δυνάμεις. Συγκεκριμένα, αναμένεται να ωθήσει το 1/3 των ΜμΕ να πραγματοποιήσει, σε ορίζοντα εξαμήνου μετά την άρση των περιορισμών, «παγωμένες» επενδύσεις οι οποίες εκτιμώνται κοντά στο 1 δισ. ευρώ ετησίως.
Η μελέτη συγκυρίας των Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων με θέμα τους κεφαλαιακούς ελέγχους καθώς και το συνοδευτικό infographic μπορούν να ανευρεθούν στην ενότητα Κλαδικές Αναλύσεις του E.Spot (online περιοδικό της Εθνικής Τράπεζας) στην ακόλουθη ιστοσελίδα: NBG
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου