Φίλες και φίλοι, πιστεύω ότι οι άνθρωποι δεν παίρνουν αυτά που θέλουν απ’ τη ζωή τους και ενδεχομένως υποφέρουν, για 3 βασικούς λόγους που είναι (πλην θεμάτων υγείας και φυσικών καταστροφών) οι εξής:
1. Δεν ξέρουν πως να βγάζουν χρήματα
2. Δεν ξέρουν πως να αγαπούν
3. Δεν ξέρουν πως να πιστεύουν στον εαυτό τους
Αυτές είναι, κατά τη γνώμη μου, οι τρεις πιο σημαντικές «δεξιότητες ζωής» (life skills) που, δυστυχώς, δεν μας τις διδάσκουν στα σχολεία.
Σε ό,τι αφορά στα χρήματα, το περιβάλλον μας διδάσκει ότι «το χρήμα διαφθείρει τον άνθρωπο» και ότι «οι πλούσιοι είναι σκληροί και ανήθικοι», οπότε ενστερνιζόμενοι τέτοιες αντιλήψεις –πεποιθήσεις, συνειδητά ή ασυνείδητα, αποφεύγουμε το κέρδος και την παραγωγή πλούτου, μην τυχόν και γίνουμε κι εμείς κακοί άνθρωποι. Ή μας έρχονται λεφτά και τα διώχνουμε, κάνουμε αυτο-σαμποτάζ και τα χάνουμε, τα σπαταλούμε, δεν τα διεκδικούμε, τα απαξιώνουμε, τα σνομπάρουμε.
Στην πραγματικότητα, πρόκειται για περιοριστικές πεποιθήσεις, αφού το χρήμα ως «ενέργεια» δεν έχει καμία ποιότητα από μόνο του (είναι όπως το ηλεκτρικό ρεύμα, δεν είναι ούτε «καλό» ούτε «κακό»). Οι άνθρωποι το χρησιμοποιούν με βάση το χαρακτήρα τους. Και μη μου πείτε ότι το χρήμα αλλοιώνει το χαρακτήρα, γιατί θα σας απαντήσω ότι δεν κάνει κάτι τέτοιο, απλά το μόνο που κάνει είναι να «δείχνει» το χαρακτήρα κάποιου –τον φέρνει στην επιφάνεια, ο άνθρωπος ξεσκεπάζεται όταν δεν υπάρχει ο φόβος της φτώχειας…
Αλλά πώς παράγονται τα χρήματα; Ο μόνος υγιής τρόπος παραγωγής χρημάτων είναι η προσφορά εργασίας με αξία. Όταν κάνουμε μια δουλειά δίνοντας κάτι που αξίζει, συνεισφέρει στη βελτίωση των πραγμάτων, της ζωής των ανθρώπων, τότε παράγεται αξία. Αυτό γίνεται με τρεις τρόπους:
(α) την απόκτηση γνώσεων,
(β) τη μεθοδική εργασία και
(γ) την προσωπική βελτίωση
–για να προσφέρω περισσότερα, πρέπει εγώ να γίνομαι διαρκώς καλύτερος, να μαθαίνω και να εξελίσσομαι ως άτομο, να αναπτύσσω τις δεξιότητες και παράλληλα τις αρετές μου.
Αν δεν πάρουμε αυτά τα διδάγματα, τότε μπορεί να υιοθετήσουμε την τρέχουσα λογική της κοινωνικής κουλτούρας κατά την οποία τα λεφτά δεν παράγονται, αλλά «έρχονται» από κάπου (δίκην παρθενογεννήσεως). Δηλαδή τα «δίνουν» οι μπαμπάδες, οι εργοδότες, οι καλές γνωριμίες, ο διορισμός, οι «κολλητοί», η τύχη κτλ. Αποτέλεσμα: κακή νοοτροπία! Δεν προσπαθούμε να μάθουμε, να δουλέψουμε, να βελτιωθούμε σε προσωπικό επίπεδο, αλλά να τα «πάρουμε» με διάφορους τρόπους, λες και μας τα χρωστάγανε. Και μετά θυμώνουμε κιόλας που μας δώσανε λίγα!
Φαντάζεστε μια κοινωνία, όπου οι άνθρωποι θα επιδιώκουν τα χρήματα με υγιή τρόπο, θα τα χρησιμοποιούν για το καλό και θα τα παράγουν μέσα από πραγματική συνεισφορά εργασίας, προϊόντων ή υπηρεσιών με αξία; (μοιάζει ουτοπικό ε;).
Ένα άλλο σημαντικό πράγμα που δεν μας μαθαίνουν στα σχολεία, είναι το πως να αγαπάμε και να μοιραζόμαστε. Ο ένας μαθητής είναι καλύτερος από τον άλλον επειδή παίρνει καλύτερους βαθμούς ή έχει καλύτερες επιδόσεις σε κάποιο άθλημα. Το ατομικό επίτευγμα επιβραβεύεται και δικαιολογείται ως «άμιλλα» μεταξύ των ανθρώπων.
Δεν υπάρχει καμία άμιλλα, αγαπητοί φίλοι. Υπάρχει «εγώ είμαι καλύτερος κι εσύ είσαι χειρότερος» και «εγώ τα καταφέρνω, ενώ εσύ όχι». Αυτό το στυλ ανταγωνιστικότητας μας υποβάλλεται ως φυσιολογικό μοτίβο συσχετισμού με τους άλλους ανθρώπους και όταν μεγαλώνουμε το συνεχίζουμε, χωρίς να το καταλαβαίνουμε.
Πάμε στη δουλειά και κάνουμε τους έξυπνους στον εργοδότη, πάμε να μιλήσουμε με τον πελάτη και προσπαθούμε να του αποδείξουμε ότι αυτός είναι λάθος κι εμείς «σωστοί», κάνουμε προσωπικές σχέσεις και στους καβγάδες μας προσπαθούμε να «έχουμε δίκιο». Τι άλλο θα μπορούσαμε να κάνουμε, αφού έχουμε «προγραμματιστεί» να πιστεύουμε ότι ζούμε σε έναν κόσμο με νικητές και χαμένους; όπου κάποιος πρέπει να κερδίζει και οι άλλοι να χάνουν;
Από την άλλη μεριά, φαντάζεστε έναν κόσμο όπου όλοι οι άνθρωποι θα σκέφτονταν πρώτα το συμφέρον του άλλου και μετά το δικό τους; (ακούγεται ουτοπικό ε;)
Και τρίτο, κι όχι λιγότερο σημαντικό, δεν μας διδάσκεται πως να σεβόμαστε και να εκτιμούμε τον εαυτό μας. Οι γονείς μας μαλώνουν γιατί δεν κάναμε καλά εκείνο ή το άλλο, είναι φειδωλοί στον έπαινο, οι δάσκαλοι επίσης μας επιπλήττουν, γιατί λειτουργήσαμε αυθόρμητα και μιλούσαμε μέσα στην τάξη, οι φίλοι μας κρίνουν με βάση τα ρούχα που φοράμε και τη μάρκα κινητού που έχουμε ή τα μέρη που συχνάζουμε.
Αν δεν τα πάμε καλά στα μαθήματα είμαστε «λίγοι», αν δεν έχουμε αγαλματένια κορμοστασιά δεν είμαστε επαρκείς για το αντίθετο φύλο, αν δεν περάσουμε στο πανεπιστήμιο είμαστε «κακοί» μαθητές και αποτυχημένοι. Οπότε, μόλις μεγαλώσουμε και πάρουμε μια θέση «εξουσίας» στη δουλειά ή στη ζωή (γίνουμε ας πούμε προϊστάμενοι, γονείς εμείς οι ίδιοι κλπ.) –τι κάνουμε; αρχίζουμε και κρίνουμε και εμείς τους πάντες και τους υποδεικνύουμε τα σφάλματά τους (με τη δικαιολογία να τα βελτιώσουν) κι έτσι καλύπτουμε τη δική μας μειωμένη αυτοεκτίμηση, υποθάλποντας την αυτοεκτίμηση των άλλων.
Όμως, η χαμηλή αυτοπεποίθηση οδηγεί σε μια αίσθηση ότι συνεχώς κάτι μας λείπει, νιώθουμε ότι «δεν είμαστε αρκετά καλοί», όλα μας φταίνε, είμαστε διαρκώς ανικανοποίητοι, φοβισμένοι μη μας κρίνουν, ανασφαλείς και ευερέθιστοι, λες και βιώνουμε μια μόνιμη κατάσταση πολέμου. Πώς να αποδώσουμε το μέγιστο του δυναμικού μας, να είμαστε παραγωγικοί και δημιουργικοί, να κάνουμε τις επιλογές συντρόφων που αληθινά θέλουμε και να βιώσουμε εσωτερική ηρεμία και γαλήνη, αν αισθανόμαστε έτσι;
Πάντα θα λειτουργούμε με κριτήριο «μην τυχόν και γίνει αυτό ή το άλλο», δηλαδή αμυντικά και οριακά ίσα-ίσα για να μην κάνουμε λάθος, μη μας απορρίψουν, ποτέ όμως δίνοντας τον πραγματικό μας εαυτό και αξιοποιώντας τις δυνάμεις και τα ταλέντα μας.
Φαντάζεστε μια κοινωνία όπου οι άνθρωποι θα δίνουν το μέγιστο της παραγωγικότητάς τους, σ’ αυτό που ο καθένας μας είναι προορισμένος να ξεχωρίσει και θα είναι ο αληθινός του εαυτός; (φαίνεται ουτοπικό ε;)
Στο βαθμό που δεν αλλάζουμε, οι δυσκολίες και τα προβλήματα τόσο σε προσωπικό όσο και σε συλλογικό επίπεδο θα μεγεθύνονται. Ο ναρκισσισμός μέσα στην κοινωνία θα εξακολουθεί να έχει τη μορφή επιδημίας, η εκμετάλλευση, η αδικία, η φτώχεια, ο θυμός, η αγωνία, οι δυσκολίες στις ανθρώπινες σχέσεις θα συνεχίζονται.
Η λύση είναι να κοιτάξουμε προς τα μέσα, να αποκτήσουμε μεγαλύτερη αυτογνωσία, να βρούμε τα στερεότυπα σκέψης και αντίδρασής μας στις καταστάσεις που δεν είναι ωφέλιμα και να αποφασίσουμε να δουλέψουμε με τον εαυτό μας, να αλλάξουμε, να βελτιωθούμε για τον εαυτό μας και για την κοινωνία –και αυτό επιτυγχάνεται με συνεχή προσωπική ανάπτυξη!
«Να εργάζεσαι σκληρότερα με τον εαυτό σου, απ’ ό,τι στην εργασία σου. Εργαζόμενος πάνω στη δουλειά σου θα βγάλεις τα προς το ζην, εργαζόμενος με τον εαυτό σου θα κερδίσεις μια περιουσία». Jim Rohn
Του Γιώργου Προφέτη, PhD
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου