Μήπως αγαπάτε έναν νάρκισσο;


Ο μύθος του Νάρκισσου περιγράφει την τραγική ιστορία ενός όμορφου νέου που ερωτεύεται το είδωλό του. Η ομορφιά του είναι τόσο εκθαμβωτική, που συναντά τόσο τον θαυμασμό, όσο και την περιφρόνηση.

Όσες νέες τον ερωτεύτηκαν παράφορα δεν γεύτηκαν παρά μόνο την απογοήτευση, καθώς ο Νάρκισσος έδειχνε πάντα αδιαφορία, ώστε να ανταποκριθεί στο ερωτικό τους κάλεσμα. Σε μία προσπάθεια να πάρουν το αίμα τους πίσω – ζήτησαν από τη Νέμεση (τη θεότητα που προσωποποιούσε τη θεία δίκη), να ερωτευτεί όμοια και εκείνος, αλλά να μην κατακτήσει ποτέ το αντικείμενο του πόθου του.

Η έκκληση τους αυτή πραγματοποιείται όταν μία μέρα ο νέος γονατίζει πάνω από μία λίμνη, με σκοπό να ξεδιψάσει κατά τη διάρκεια ενός κυνηγιού. Καθώς όμως το κάνει αυτό, κυριεύεται από μία άλλη δίψα. Ο Νάρκισσος εκστασιάζεται από την ομορφιά του που αντανακλάται στην επιφάνεια της λίμνης. Ερωτεύεται την ίδια του την εικόνα σε τέτοιο βαθμό, που υποκύπτει στον πειρασμό να χαϊδέψει το είδωλό του, πέφτει στο νερό και πνίγεται.

«Ο υδάτινος καθρέφτης δεν είναι μία αντανακλαστική επιφάνεια, αλλά μία επιφάνεια απορρόφησης». Ενδίδει στη ζάλη ενός έρωτα που δεν είναι παρά μία οφθαλμαπάτη…


Αν και ο μύθος έχει τις απαρχές του αρκετούς αιώνες πίσω, η φιγούρα του Νάρκισσου παραμένει πολύ κοντά στο πνεύμα του δυτικού πολιτισμού. Το νόημά του δεν αφορά τόσο στις παρενέργειες της φιλαυτίας, όσο στα θολά σύνορα ανάμεσα στον εαυτό και σε ό,τι υπάρχει πέρα από αυτόν, τον κόσμο των αντικειμένων.

«Ο Νάρκισσος, βλέποντας τον εαυτό του να καθρεφτίζεται στην επιφάνεια του νερού λησμονεί ότι το νερό είναι κάτι άλλο και έξω από τον ίδιο κι έτσι χάνει την αίσθηση των κινδύνων του».

Η – εγωπάθεια – του τον εμποδίζει να κατανοήσει ό,τι εκτείνεται πέραν της δικής του εμβέλειας. Η πραγματικότητα γίνεται αντιληπτή μόνο μέσα από εικόνες του εγώ. Αυτή είναι μία κατάσταση που ενυπάρχει στον καθένα μας, καθώς ο έρωτας είναι στην ουσία του μία υπόθεση βαθιά ναρκισσιστική.

Άλλωστε, ποιος δεν έχει διαπιστώσει όταν είναι παράφορα ερωτευμένος ότι περισσότερο βλέπει το πώς θα ήθελε να είναι ο άλλος παρά το πώς είναι πραγματικά; Αυτό είναι κάτι που αναδύεται σε δεύτερο χρόνο, όταν καταλαγιάζει αυτή η μανία μέσα του και διαπιστώνει ότι μπέρδεψε την πραγματικότητα του αγαπημένου του προσώπου με τις δικές του φαντασιώσεις για το πρόσωπο αυτό.

Αυτή η σύγχυση ανάμεσα σε αυτό που είναι ο άλλος και σε αυτό που προσδοκά ο ερωτευμένος από τον άλλον είναι αυτό που μας κάνει να βλέπουμε τον έρωτα τυφλό, σαν μία αυταπάτη. Είναι τότε που κάποιος μπορεί να συμφωνήσει με τα λόγια του Κικέρωνα: «ο έρωτας και η λογική μοιάζουν με τον ήλιο και το φεγγάρι, όταν ανατέλλει το ένα δύει το άλλο».

Όμως, πέρα από τη σύγχυση που υπάρχει ανάμεσα στο εγώ και τον άλλον, η συμμετοχή του ναρκισσισμού στην ερωτική ζωή σχετίζεται και με την επιλογή του ερωτικού αντικειμένου, δηλαδή του παρτενέρ. Στην ενήλικη ερωτική ζωή επαναλαμβάνονται μεταμφιεσμένα τα παιδικά μοτίβα σχέσης. Οι εμπειρίες σχέσεων που βίωσε καθένας ως παιδί εγγράφονται σε ένα σενάριο στο οποίο κάθε εμπλεκόμενος έχει τον ρόλο του.

Συχνά μπορεί κανείς να παρατηρήσει στη ζωή του, αν αναστοχαστεί πάνω σε αυτήν, ότι οι ρόλοι παραμένουν ίδιοι, ενώ στην ουσία αυτό που αλλάζει είναι οι πρωταγωνιστές. Έτσι, από όταν είναι κανείς παιδί το πρώτο πρόσωπο της επιθυμίας του είναι η μητέρα του. Εκείνη είναι που το φροντίζει και από την οποία εξαρτάται το ίδιο. Στις απαρχές της ζωής του «το βρέφος επιστρέφει μόνο την αγάπη που δέχεται».

    Στην ερωτική του ζωή ως ενήλικας πλέον αναβιώνει στη συνάντησή του με τον άλλον αυτήν την εμπειρία της αγάπης για τον εαυτό του. Αυτή η επαναφορά του ναρκισσισμού παίρνει σάρκα και οστά με δύο τρόπους:

είτε ο ίδιος καθρεφτίζεται μέσα από την αγάπη που του δείχνει ο άλλος είτε ο άλλος εκπροσωπεί το αντικείμενο της αγάπης που δέχεται από τον ίδιο. Στην πρώτη περίπτωση Νάρκισσος είναι ο εαυτός του και στη δεύτερη Νάρκισσος είναι ο άλλος που εξιδανικεύεται ως το αγαπημένο πρόσωπο. Κάποιος μπορεί να αντλήσει ικανοποίηση από την επιλογή του εκάστοτε παρτενέρ μόνο εφόσον διασφαλίζεται μία σχέση με τον ναρκισσισμό, είτε με τον ένα είτε με τον άλλον τρόπο. Αυτό σημαίνει ότι δεν μπορεί να υπάρξει δεσμός με τον άλλον δίχως τον ναρκισσισμό.

«Όταν σε μία σχέση ο Νάρκισσος είμαι εγώ, αγαπώ την εικόνα του εαυτού μου που ο άλλος μου στέλνει πίσω σαν καθρέφτης».

Πρόκειται για αυτό που περιγράφει ο Πλάτωνας στον Φαίδρο, ότι: «μέσα στον εραστή του, όπως σε έναν καθρέφτη, εκείνο που βλέπει είναι ο εαυτός του». Σκοπός είναι να αγαπηθώ από τον άλλον. Και εγώ αγαπώ μόνο όταν ο άλλος μου εκπληρώνει αυτή τη συνθήκη.

Αγαπώ μόνο στον βαθμό που αντικρίζω το είδωλό μου στην αγάπη του άλλου. Με αγαπούν, άρα υπάρχω. Όταν από την άλλη, ο Νάρκισσος είναι ο άλλος, τότε εκχωρώ σε εκείνον τον δικό μου ναρκισσισμό. Γι’ αυτό, «όποιος είναι ερωτευμένος είναι συνάμα ταπεινός».

Όταν αγαπώ τον άλλον, τον αναγνωρίζω ως εξιδανικευμένο άλλον. Έχω παραιτηθεί σε κάποιο βαθμό από τον δικό μου ναρκισσισμό. Είναι σαν ο δικός μου ναρκισσισμός να βρίσκεται σε λήθαργο. Έτσι, δημιουργείται ένα κενό μέσα μου, που μόνο η αγάπη του άλλου μπορεί να μου το αναπληρώσει. Γι’ αυτό, όταν έχω αμφιβολίες για την αγάπη του άλλου, τότε καταλήγει να είναι πηγή μεγάλων βασάνων για μένα.

    Άραγε η σχέση μεταξύ – ναρκισσισμού και εξιδανίκευσης – είναι μία σχέση ολότελα ανταγωνιστική;


Γιατί όταν σε μία σχέση Νάρκισσος είναι ή ο ένας ή ο άλλος τότε εδώ έχουμε να κάνουμε με μία αναμέτρηση. Ζήτημα είναι ποιος θα αιχμαλωτίσει ποιον με τη σαγήνη του. Τίθενται σε λειτουργία παιχνίδια εξουσίας, με υπέρτατο σκοπό την παγίδευση της επιθυμίας του άλλου. Κάποιος που είναι πιστός στον ναρκισσισμό του δεν μπορεί να κατευθύνει την αγάπη του προς τα έξω. Δεν μπορεί να επιτρέψει στον εαυτό του να οδηγηθεί από κάποιον άλλον σε έναν άλλον τόπο.

Αυτό που επιζητά στην ουσία είναι να «καθρεφτιστεί» μέσα στον άλλον. Γι’ αυτό προσφεύγει σε μανούβρες και κινεί τα νήματα έτσι, ώστε ο άλλος να εξαρτάται πλήρως από αυτόν. Ξέρει πώς να προκαλέσει τον έρωτα στον άλλον, όμως ο ίδιος είναι ανίκανος να ερωτευτεί. Γνωρίζει πώς να παίρνει, αλλά όχι πώς να επιθυμεί.

Κάποιος δυσκολεύεται να ερωτευτεί ακριβώς επειδή δυσκολεύεται να εξιδανικεύσει. Νιώθει πλήρης μόνος του ή τουλάχιστον το προσπαθεί, κι εκεί είναι που επικρατεί ο αυτισμός και η αδιαφορία. Μερικές φορές μπορεί να διαπιστώσει με λύπη ότι δεν μπορεί να μοιραστεί με τον άλλον και κουβαλά ένα βαρύ φορτίο κενού μέσα του. Κανένας παρτενέρ δεν είναι επαρκώς άξιος ώστε να είναι επιθυμητός.

Επιζητά την υπέρτατη εμπειρία στη σχέση του με τον άλλον, αλλά ταυτόχρονα ποτέ αυτή δεν είναι αρκετά ικανοποιητική. Βέβαια, αυτό δεν τον εμποδίζει να αναζητάει μία σχέση. Όταν, όμως, συνδέεται, συνειδητοποιεί ότι «ο άλλος δεν είναι πραγματικά αυτός που επιθυμούσα». Λέει στον εαυτό του ότι «θα μπορούσα να σχετιστώ με τον άλλον μόνο αν αισθανόμουν πραγματικά».

Έτσι, από τη μία φοβάται την πλήρωση, ενώ από την άλλη έρχεται αντιμέτωπος με την κενότητα. Επειδή φοβάται να νιώσει πληρότητα στη διάρκεια της συνάντησης του με τον άλλον, ανεβάζει ολοένα και περισσότερο τον πήχη των προσδοκιών που τρέφει για το πρόσωπο αυτό.

Έτσι, ο άλλος πάντα είναι ακατάλληλος, ώστε να εκπληρώσει τις αδηφάγες του ανάγκες. Στη συνέχεια δίνει ραντεβού με την αίσθηση του κενού, καθώς βλέπει ότι ο ίδιος δεν μπορεί να αισθανθεί τίποτα. «Η γνήσια διατύπωση είναι, τίποτε δεν αρκεί για να με κάνει να αισθανθώ». Μπορεί γι’ αυτό να κατηγορεί τον εαυτό του ή να τρέφει την ιδέα ότι ο κόσμος πάντα τον προδίδει.

«Αναζητά συνεχώς την ικανοποίηση, όμως δεν μπορεί να επιτρέψει στον εαυτό του να λάβει ικανοποίηση»

Ο ναρκισσισμός είναι «φραγμός, ωστόσο μπορεί να είναι και μοχλός του έρωτα». Γιατί «όταν καταφέρνω να αγαπήσω τον άλλον, δεν είναι άραγε επειδή ο άλλος κατάφερε να αντισταθεί στην ακάματη δύναμη που έχω να δυσπιστώ και να φοβάμαι την εκχώρησή μου σε μία ιδεατή ετερότητα;»

Ταυτόχρονα, όταν η αγάπη αυτού του ιδανικού άλλου επιστρέφει σε εμένα, δεν διαχωρίζει αλλά συνενώνεται με τον Νάρκισσο που κατοικεί εντός μου. Όταν το κανάλι εισόδου που εκπροσωπεί τον ναρκισσισμό είναι αδιαχώριστο με το κανάλι εξόδου που είναι η εξιδανίκευση, τότε έχουμε έναν πραγματικά ευτυχισμένο έρωτα.

Όταν πάλι το ένα από τα δύο κανάλια φράζει ή θα βασανίζομαι από το κενό που με κάνει να μην μπορώ να αισθανθώ ή θα βασανίζομαι από τις αμφιβολίες για τα αισθήματα του άλλου. Ο έρωτας είναι καθαρά ναρκισσιστικό συναίσθημα, επομένως εξιδανικεύω τον άλλον για καθαρά προσωπικούς λόγους. Γι’ αυτό ο ναρκισσισμός εξομαλύνεται όταν έχει για συνοδοιπόρο του την εξιδανίκευση.

Τότε είναι που δεν μπορεί κανείς να ορίσει με ακρίβεια για το ποιο από τα δύο έρχεται πρώτο και ποιο στη συνέχεια ακολουθεί. Είναι επειδή μαζί και οι δυο είμαστε συνεργοί σε ένα οικουμενικό αγαθό.

Το παρόν κείμενο αποτελεί απόσπασμα από το βιβλίο της Μάρως Μπέλλου με τίτλο”O γκατζετ-Eros: Ο έρωτας στα χρόνια της τεχνολογίας», το οποίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ι.Σιδέρης.

Η συγγραφέας είναι ψυχολόγος – ψυχοθεραπεύτρια. Κατά την κλινική της πρακτική ακολουθεί την αυτοσχεδιαστική μέθοδο. Έχει λάβει ειδίκευση στη Συστημική Ψυχοθεραπεία, έχει εντρυφήσει με διατριβή στην Υπαρξιακή και τα τελευταία χρόνια έχει στραφεί στην Ψυχανάλυση.
Share on Google Plus
    Blogger ΣΧΟΛΙΑ
    Facebook ΣΧΟΛΙΑ

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου