Ποιος ήταν ο πραγματικός Άγιος Βασίλης


Ήταν ψιλόλιγνος και όχι στρουμπουλός! Φορούσε μαύρα ράσα και όχι υπέρλαμπρη κόκκινη στολή! Τα γένια του ήταν μαύρα γιατί δεν πρόλαβε να μεγαλώσει τόσο για να ασπρίσουν!

Γράφει ο Μιχάλης Μαρδάς 

Μετακινούνταν με τα πόδια και όχι με έλκηθρο! Δεν είχε ξωτικά για παρέα ούτε μοίραζε παιχνίδια στα παιδιά, αλλά τα δώρα του ήταν πολλά και υλικά και πνευματικά! Αυτός ήταν ο Μέγας Βασίλειος που η Χριστιανοσύνη γιορτάζει την μνήμη του την 1η Ιανουαρίου και το Ethe Magazine του EleftherosTypos.gr επιχειρεί να σας κάνει τις συστάσεις ώστε μνα διαχωριστεί από τον μύθο του Santa Claus και το έργο του Αγίου Νικολάου.

Ο Μέγας Βασίλειος ή αλλιώς Βασίλειος της Καισαρείας, υπήρξε μεγάλος Πατέρας του Χριστιανισμού και κορυφαίος θεολόγος του 4ου αιώνα. Είναι ο θεμελιωτής της Καππαδοκικής Θεολογίας με έντονο πνευματικό, συγγραφικό και φιλανθρωπικό έργο. Γεννήθηκε το 329 στη Νεοκαισάρεια της Καππαδοκίας. Γόνος αστικής και βαθιά θρησκευόμενης οικογένειας διδάχτηκε τα πρώτα του γράμματα από τον πατέρα του, Βασίλειο, που ήταν καθηγητής ρητορικής στη Νεοκαισάρεια. Μητέρα του ήταν  η Εμμέλεια και είχε οκτώ αδέρφια, ανάμεσά τους  και τον Γρηγόριο Νύσση, μία από τις κύριες θεολογικές μορφές του Χριστιανισμού.

Οι σπουδές και η ζωή του
Αρχικά σπούδασε στη Νεοκαισάρεια, στη συνέχεια πήγε στην Καισάρεια, κατόπιν στην Κωνσταντινούπολη, στη Νηκομηδεία και στην Αθήνα όπου μαθήτευσε στη μεγάλη ρητορική σχολή. Σύμφωνα με πολλές μαρτυρίες, είχε συμφοιτητή τον αυτοκράτορα Ιουλιανό, γνωστό ως Παραβάτη. Εκεί έμαθε τη ρητορική τέχνη, τη φιλοσοφία, τη γραμματική, τη γεωγραφία, ιστορία και άλλες τέχνες. Την ίδια περίοδο γνωρίζει και τον μετέπειτα Πατέρα της Εκκλησίας Γρηγόριο τον Ναζιανζηνό, ο οποίος θα παίξει καθοριστικό ρόλο στην πορεία του Μεγάλου Βασιλείου. Μαζί μαθήτευσαν δίπλα στο μεγαλύτερο ρήτορα της εποχής, τον Λιβάνιο. Επέστρεψε στην πατρίδα του το 356 μ.Χ. και εγκαταστάθηκε στην Καισάρεια, έγινε δάσκαλος της ρητορικής.

Το 362 χειροτονείται από το Μητροπολίτη Καισαρείας Ευσέβιο πρεσβύτερος και τότε αρχίζουν οι συγκρούσεις. Η σύγκρουσή του με το Μητροπολίτη Καισαρείας θα τον οδηγήσει στο ασκητήριό του στην Άνισα όπου και θα συγγράψει το πρώτο από τα πολλά και μεγάλα θεολογικά έργα του, το γνωστό «Κατά Ευνομίου» με το οποίο θα διασαφηνίσει τη διδασκαλία της Εκκλησίας για το Άγιο Πνεύμα. Με παρέμβαση του Γρηγορίου Ναζιανζηνού θα δοθεί τέλος στην κόντρα και το 370 και πάλι με τη βοήθεια του Γρηγορίου θα εκλεγεί Μητροπολίτης Καισαρείας, παρά τις έντονες αντιδράσεις αντιπάλων του, κυρίως των αρειανών.

Ως Μητροπολίτης Καισαρείας έδωσε μεγάλες μάχες για την ανεξαρτησία της Εκκλησίας και αντέδρασε σθεναρά στις απειλές που εκτόξευσε εναντίον του ο αυτοκράτορας Ουάλης ο οποίος υπήρξε οπαδός του αρειανισμού. Αγωνίστηκε για την ενότητα της Εκκλησίας και για την αντιμετώπιση του προβλήματος που υπήρχε με τους Ευσταθιανούς ομοουσιανούς και το «αντιοχειανό σχίσμα» και μετά την εκδημία του Μεγάλου Αθανασίου όλες οι Εκκλησίες αναγνώρισαν τον Μέγα Βασίλειο ως το μεγαλύτερο εκφραστή της παράδοσης του χριστιανισμού. Αντιμετώπισε εκατοντάδες επικρίσεις από τους αντιπάλους του.

Επικρίσεις ακόμη και από τους εκπροσώπους της Δυτικής Εκκλησίας. Άφησε την τελευταία του πνοή στα τέλη Δεκεμβρίου και το σκήνωμά του ενταφιάστηκε την 1η Ιανουαρίου του έτους 379 με πρωτοφανείς για την εποχή εκδηλώσεις σεβασμού και τιμής.

Ο Γρηγόριος ο θεολόγος, εκφωνώντας τον επιτάφιο λόγο του για τον Μέγα Βασίλειο ανάφερε: «Έκειτο ο Βασίλειος  και έπνεε τις τελευταίες του πνοές, τον αναζητούσαν η άνω χοροστασία, προς την οποίαν έστρεφε τα βλέμματά του από πολύ καιρό. Είχε συγκεντρωθεί γύρω του όλη η πόλη, επειδή δεν μπορούσε να υποφέρει την απώλεια, τα έβαζαν με την εκδημία του θεωρόντας την ως τυραννία, προσπαθούσαν να κρατήσουν τη ψυχή σαν να ήταν δυνατό να κρατηθεί και να εξαναγκαστεί με τα χέρια ή με τις παρακλήσεις. Και συνεχίζει «γινόταν η εκφορά του αγίου, ενώ τον κρατούσαν ψηλά οι άγιοι. Αγωνίζονταν ο καθένας, άλλος ν’ αγγίσει  το άκρο του φορέματός του, άλλος να σκιαστεί από την σκιά του, άλλος το κρεβάτι, που έφερε το ιερό σκήνωμα να αγγίξει και μόνο (τι υπήρχεν ιερώτατο), άλλος να σιμώσει εκείνους που τον σήκωναν, άλλος απλώς να κοιτάξει, σαν να ακτινοβολούσε  ωφέλεια και το κοίταγμα».

Το φιλανθρωπικό και πνευματικό του έργο


Το φιλανθρωπικό του έργο ήταν μέγιστο. Στο λιμό του 367 απέδειξε πως εκτός από ρήτορας και καθοδηγητής είναι και ποιμένας προσφέροντας ακόμη και την πατρική περιουσία του για την αντιμετώπιση των αναγκών των ανθρώπων που ταλαιπωρούνταν. Έργο ζωής και σημαντικό σταθμό στην πορεία του αποτελεί η ίδρυση και λειτουργία ενός κοινωνικού φιλανθρωπικού συστήματος, του Πτωχοκομείου ή Βασιλειάδας. Εκεί διοχετεύει όλη την ποιμαντική του ευαισθησία, καθιστώντας την πρότυπο κέντρου περίθαλψης και φροντίδας των ασθενέστερων κοινωνικά ατόμων. Ουσιαστικά η Βασιλειάδα υπήρξε ένας πρότυπος οίκος για τη φροντίδα των ξένων, την ιατρική περίθαλψη των φτωχών άρρωστων και την επαγγελματική κατάρτιση των ανειδίκευτων.

Τα πνευματικά του έργα κατατάσσονται σε τέσσερις κατηγορίες

Δογματικά συγγράμματα.
α) «Ανατρεπτικός του Απολογητικού του δυσσεβούς Ευνομίου». Αποτελείται από τρία βιβλία και καταφέρεται ενάντια του αρχηγού των Ανομοίων Ευνομίου.
β) «Προς Αμφιλόχιον, περί του Αγίου Πνεύματος». Επιστολική πραγματεία προς τον επίσκοπο Ικονίου Αμφιλόχιο σχετικά με το Άγιο Πνεύμα.

Ασκητικά συγγράμματα.
α) «Τα Ηθικά». Συλλογή 80 ηθικών κανόνων.
β) «Όροι κατά πλάτος». Περιέχει 55 κεφάλαια με θέμα γενικές αρχές του μοναχισμού.
γ) «Όροι κατ’ επιτομήν». Περιέχει 313 κεφάλαια που αναφέρονται στην καθημερινή ζωή των μοναχών.
δ) «Περί πίστεως».
ε) «Περί κρίματος».
στ) «Περί της εν παρθενία αληθούς αφθορίας». Έργο σχετικό με την παρθενική ζωή.

Ομιλίες.
α) «Εις την Εξαήμερον». Συλλογή 9 ομιλιών με θέμα τη δημιουργία του κόσμου.
β) «Εις του Ψαλμούς». Συλλογή 18 ομιλιών με αφορμή το περιεχόμενο των Ψαλμών του Δαυίδ.
γ) «Περί του ουκ έστιν αίτιος του κακού ο Θεός».
δ) «Περί πίστεως».
ε) «Κατά Σαβελλιανών, Αρείου και Ανομοίων».
στ) «Προς τους νέους, όπως αν εξ ελληνικών ωφελοίντο λόγων». Το διασημότερο από τα κείμενα του Βασιλείου, στο οποίο πραγματοποιεί προσπάθεια γεφύρωσης μεταξύ
χριστιανικής και κλασσικής παιδείας.
ζ) «Προτρεπτικός εις το άγιον βάπτισμα».
η) «Εις το πρόσεχε σεαυτώ».
θ) «Προς Πλουτούντας».
ι) «Εν λιμώ και αυχμώ».
ια) «Εις την μάρτυρα Ιουλίτταν και περί ευχαριστίας».

Επιστολές
Σώζονται 365 επιστολές με το όνομα του Μεγάλου Βασιλείου, που καλύπτουν την εικοσαετία από την επιστροφή του στην Καισάρεια από την Αθήνα έως και το θάνατό του.  Πολλοί μελετητές έχουν χαρακτηρίσει την ομιλία  «Προς τους νέους, όπως αν εξ Ελληνικών ωφελοίντο λόγων» (ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ) ως πραγματεία ή διάλεξη, η οποία γράφτηκε από το Μ.Βασίλειο υπό τη μορφή επιστολής για να σταλεί προς τους νεαρούς ανιψιούς του, οι οποίοι εκείνη την εποχή σπούδαζαν σε εθνικές φιλοσοφικές σχολές. Βέβαια, έχει διατυπωθεί και η άποψη πως η επιστολή αυτή δεν είναι δυνατόν να απευθύνεται μόνο στους συγγενείς του, αλλά μπορεί να απευθύνεται στο σύνολο των Χριστιανών νέων που εντρυφούν στη μελέτη των κλασικών και των χριστιανικών γραμμάτων.

Διακήρυξε την ενότητα της Αγίας Τριάδας ως μιας ουσίας και προχώρησε στον προσδιορισμό του υποστατικού διαχωρισμού των Προσώπων της. Κάθε υπόσταση διακρίνεται από ορισμένους τρόπους ύπαρξης και μεμονωμένα χαρακτηριστικά (ιδιώματα): ο Πατέρας είναι αγέννητος, ο Υιός γεννηθείς αχρόνως και το Άγιο Πνεύμα εκπορευτό διά του Πατρός. Στο έργο τόνισε επίσης τη σημασία της διάκρισης μεταξύ ουσίας και ενεργειών του Θεού. Μεταξύ του άκτιστου Θεού και του κτιστού κόσμου υπάρχει οντολογικό χάσμα, που αποκλείει την κατ’ ουσία κοινωνία και σχέση μεταξύ τους. Ο Θεός καθίσταται αντιληπτός στον κόσμο διά των ενεργειών του. Το ότι ο κόσμος διατηρείται στο «είναι» οφείλεται στη δημιουργική, συνεκτική και ζωοποιό ενέργεια του Θεού.

Η φιλοσοφία, κατά το Βασίλειο, πρέπει να μελετάται υπό το νέο χριστιανικό πρίσμα. Δεν απορρίπτει τη μελέτη των κλασσικών γραμμάτων, αντίθετα προτρέπει στη χρήση τους ως ένδυμα της χριστιανικής θρησκευτικής διδασκαλίας.

Πλούσιο είναι και το νομικό του έργο το οποίο βρίσκουμε συγκεντρωμένο κυρίως στις επιστολές του προς τον Αμφιλόχιο Ικονίου, από τις οποίες προήλθαν οι 85 κανόνες που, αφού επικυρώθηκαν από τη Σύνοδο εν Τρούλω στα τέλη του 7ου αιώνα (691/2), αποτελούν ως σήμερα, ως συστατικό στοιχείο των νομοκανονικών συλλογών, βασικό βοήθημα του εκκλησιαστικού δικαίου.

Το ίδιο ισχύει και για ένα άλλο νομικό του έργο, τους λεγόμενους «μοναχικούς κανόνες» διατάξεις που αφορούν την οργάνωση των μονών και τη διαβίωση των μοναχών. Οι κανόνες αυτοί δεν επικυρώθηκαν ποτε. Η έλλειψη ωστόσο συνοδικής επικύρωσης δεν επηρέασε, λόγω του κύρους του συντάκτη, την εφαρμογή τους στην πράξη.  Ιδιαίτερα αισθητή είναι η επίδραση του Μ. Βασιλείου στο Οικογενειακό Δίκαιο, όπου πρώτος έθεσε με κατηγορηματικότητα το όριο των τριών επιτρεπόμενων γάμων, που απετέλεσε μέχρι το 1982 πολιτειακό δίκαιο και εξακολουθεί ακόμη να ισχύει επί του θρησκευτικού Γάμου.

Share on Google Plus
    Blogger ΣΧΟΛΙΑ
    Facebook ΣΧΟΛΙΑ

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου